Στην εκφραστική και θεραπευτική γραφή, οι λέξεις χρησιμοποιούνται ως μέσο για την έκφραση του εσωτερικού κόσμου.

Πώς το γράψιμο μπορεί να βοηθήσει την ποιότητα της ζωής τους

Από τη Δήμητρα Διδαγγέλου, Ψυχολόγο – Δημοσιογράφο, MSc, Ειδίκευση στη Θεραπευτική Γραφή
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό ψυχολογίας “Ψυχο-γραφήματα

 

«Το μεγάλο μυστικό που μοιράζονται όλοι οι ηλικιωμένοι είναι ότι, στην πραγματικότητα, δεν έχεις αλλάξει καθόλου μετά από 70 ή 80 χρόνια. Το σώμα σου αλλάζει, αλλά εσύ δεν αλλάζεις καθόλου. Και αυτό φυσικά προκαλεί μεγάλη σύγχυση.»
Doris Lessing, Βρετανίδα συγγραφέας (Νόμπελ 2007)

Το θέμα της φετινής παγκόσμιας ημέρας για την ψυχική υγεία στις 10 Οκτωβρίου – όπως αυτό ορίζεται κάθε χρόνο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό για την Ψυχική Υγεία- είναι η ψυχική υγεία στις μεγαλύτερες ηλικίες ενηλίκων.

Τυπικά, ηλικιωμένος θεωρείται κάποιος όταν έχει περάσει τα 65 έτη της ζωής του. Στη γηριατρική χρησιμοποιείται μια ταξινόμηση, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν οι Νέοι 3ης ηλικίας, οι Μεσήλικες 3ης ηλικίας και οι Υπέργηροι 3ης ηλικίας. Πολλές φορές, όμως, τα όρια δεν είναι ευδιάκριτα με βάση τη χρονολογική ηλικία.

Η ταξινόμηση σχετικά με την τρίτη ηλικία διαφέρει από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή, αντανακλώντας σε πολλές περιπτώσεις τις διαφορές των κοινωνικών τάξεων ή τη λειτουργική ικανότητα που συνδέεται με το εργατικό δυναμικό. Πιο συχνά όμως, σχετίζεται με την τρέχουσα πολιτική και οικονομική κατάσταση. Πολλές φορές, ο ορισμός είναι συνδεδεμένος με την ηλικία συνταξιοδότησης, η οποία σε μερικές περιπτώσεις είναι μικρότερη για τις γυναίκες και μεγαλύτερη για τους άντρες. (Thane, 1978).

Τα τελευταία χρόνια η τρίτη ηλικία ολοένα και περισσότερο αποσυνδέεται από την αντίληψη ότι το άτομο μπαίνει σε μια περίοδο της ζωής του που δεν είναι παραγωγική και δημιουργική. Πλέον, η ώριμη ηλικία δεν συνδέεται απαραίτητα με την παραίτηση από τη ζωή, τη μοναξιά ή τη μη λειτουργικότητα.

Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε το γεγονός πως η συγκεκριμένη χρονική περίοδος μπορεί να συνοδεύεται από προβλήματα που σχετίζονται τόσο με αλλαγές στην καθημερινότητα όσο και στην υγεία.
Η συνταξιοδότηση μπορεί να είναι ένα αγχογόνο γεγονός, καθώς συνοδεύεται συνήθως από μείωση των οικονομικών απολαβών και αλλαγές στην κοινωνική ζωή. Όλα φαίνεται πως αλλάζουν: οι καθημερινές συνήθειες, ο ρόλος του ατόμου στην οικογένεια και στον κοινωνικό του περίγυρο, ακόμη και το τρόπος που συστήνεται. Συμβαίνει, δηλαδή, μια αλλαγή στον ορισμό της ταυτότητάς του, τόσο εξωτερική όσο και εσωτερική.

Συγχρόνως, μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα υγείας, τα οποία απαιτούν επιπρόσθετες οικονομικές δαπάνες, περιορίζουν τις δραστηριότητες κι επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής του ατόμου και της οικογένειάς του ή όσων έχουν αναλάβει τη φροντίδα του.

Όλα τα παραπάνω μπορούν να γίνουν αίτια εμφάνισης ψυχολογικών προβλημάτων. Η κατάθλιψη και το άγχος είναι συνηθισμένα φαινόμενα σε ηλικίες άνω των 65 χρόνων. Μάλιστα, η κατάθλιψη σ’ αυτό τον πληθυσμό συνδέεται με αναπηρίες, αυξημένη θνησιμότητα και αποτελέσματα πιο δυσοίωνα από εκείνα των φυσικών ασθενειών. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να γίνει η διάγνωση και δεν παρέχεται η απαραίτητη φροντίδα. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία (ΠΟΥ), το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που αυτοκτονούν είναι άνω των 65 χρόνων, εκ των οποίων οι περισσότεροι έχουν κατάθλιψη (Manthorpe, Ιliffe,2010).

Στο ερώτημα τι μπορεί να γίνει για να βοηθηθούν τα άτομα αυτήν των ηλικιών υπάρχει απάντηση και μπορούν να βρεθούν λύσεις.

Είναι ήδη γνωστό, πόσο σημαντική είναι η συνεισφορά του οικογενειακού περιβάλλοντος και η στήριξη που μπορεί να παρέχει σε κάποιον ηλικιωμένο. Αυτή όμως θα πρέπει να γίνεται διακριτικά και αφήνοντας περιθώρια στον ηλικιωμένο για ανεξαρτησία και αίσθηση ελέγχου της ζωής του. Ο χώρος για αυτονομία είναι ζωτικής σημασίας, καθώς ενισχύει την καλή ψυχολογία και αποτρέπει το άτομο από την παραίτηση.
Εξίσου αποτελεσματική είναι και η συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες. Οι κοινωνικές επαφές κάθε είδους μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της αυτοπεποίθησης και στην άρση του αισθήματος της απομόνωσης και της μοναξιάς, που πολλές φορές διακατέχει τα άτομα τρίτης ηλικίας.

Επίσης, σωτήρια μπορεί να αποδειχτεί η επίσκεψη σε κάποιον ειδικό, καθώς και η ψυχοθεραπεία. Πολλές φορές μπορεί να υπάρξει και συνδυασμός με κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Πλέον η επιστήμη έχει κάνει πολλά και σημαντικά βήματα τόσο στον τομέα της θεραπείας, όσο και της πρόληψης.

Ακόμη, τελευταία γίνεται πολύς λόγος για το ρόλο της διατροφής και των ειδικών συμπληρωμάτων. Μπορεί να χρειαστεί ν’ ακολουθηθεί συγκεκριμένη δίαιτα που θα συσταθεί από ειδικό με βάση τις ανάγκες του οργανισμού του ατόμου. Το ίδιο σημαντική είναι και η σωματική άσκηση. Η ήπιας μορφής γυμναστική και η σωματική δραστηριότητα εκτός από τα γνωστά οφέλη που έχουν για τον οργανισμό, μπορεί να συντελέσουν στην καλή ψυχολογία, καθώς αυξάνει το αίσθημα της ευεξίας και της ζωντάνιας. Επίσης, αυξάνουν τα επίπεδα της σεροτονίνης και των ενδορφινών, ορμονών που σχετίζονται με την καλή διάθεση.

Επιπρόσθετα, τα τελευταία χρόνια είναι όλο και πιο συχνό τα άτομα της τρίτης ηλικία να συμμετέχουν σε κάποιο πρόγραμμα στο οποίο γίνεται συστηματική χρήση της λογοθεραπείας, της εργοθεραπείας, της πρόκλησης ευχάριστων αναμνήσεων, αλλά και διαφόρων ειδών θεραπείας μέσω της τέχνης, όμως η μουσικοθεραπεία και η εικαστική ψυχοθεραπεία. Ένα ακόμη είδος θεραπείας που χρησιμοποιεί την καλλιτεχνική έκφραση, είναι η θεραπευτική γραφή και σ’ αυτή θα γίνει ιδιαίτερη αναφορά παρακάτω.

Θεραπευτική γραφή
Θεραπευτική γραφή είναι το σκόπιμο και εκ προθέσεως γράψιμο που βασίζεται σε βιωματικές εμπειρίες ζωής για να έχουμε περαιτέρω (επιθυμητά) αποτελέσματα. Οι λέξεις κλειδιά είναι το «σκόπιμο» και το «εκ προθέσεως». Δεν αρκεί πάντα απλά να πιάσουμε ένα μολύβι ή το πληκτρολόγιο και ν’ αρχίσουμε να γράφουμε (Adams, 1999). Χρειάζεται να υπάρχει κάποιος σκοπός και να εφαρμόζονται συγκεκριμένες τεχνικές. Η γραφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έκφραση των συναισθημάτων ή και ως συμπληρωματικό εργαλείο στην ψυχοθεραπεία. Αναλόγως με το σκοπό, λέγεται «εκφραστική» ή «θεραπευτική». Για θεραπευτικούς σκοπούς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις μετατραυματικού στρες, κατάθλιψης, αγχωδών διαταραχών και άλλων ψυχολογικών προβλημάτων, με την καθοδήγηση ειδικά εκπαιδευμένων συμβούλων, ψυχολόγων ή ψυχοθεραπευτών.

Το γράψιμο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για να θεραπευτούμε και να ρίξουμε φως στη ζωή μας. Όταν κάποιος αποτυπώνει στο χαρτί τις σκέψεις του, δίνει διέξοδο στα συναισθήματά του, που προκλήθηκαν από ένα πρόβλημα ή κάποιος γεγονός στη ζωή του, ευχάριστο ή δυσάρεστο. Ακόμη κι αν απλά καταγράφει σημειώσεις, ποίηση, αποφθέγματα ή όνειρα έρχεται πιο κοντά στον πραγματικό του εαυτό. Είναι ένα παράθυρο σε ό,τι έχει σημασία για κάποιον. Μπορεί να φέρει διαύγεια μέσα σ’ ένα κόσμο που μερικές φορές μπορεί να φέρει σύγχυση (Grason, 2005).

Στην εκφραστική και θεραπευτική γραφή, οι λέξεις χρησιμοποιούνται ως μέσο για την έκφραση του εσωτερικού κόσμου και γίνεται καταγραφή των προσωπικών εμπειριών όπως τις βιώνει το άτομο. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Ό,τι βρίσκεται θαμμένο ή κολλημένο (π.χ. αντίσταση ή πόνος), αρχίζει να ρέει. Βρίσκει μια διέξοδο και παρουσιάζονται νέες ευκαιρίες (Burch, 2012).

Πρωτοπόρος στο χώρο της θεραπευτικής γραφής είναι ο Dr. Ira Progoff, ενώ στην επιστημονική έρευνα σ’ αυτό το πεδίο έχει συμβάλλει ιδιαίτερα ο Dr. James Pennebaker. Ο τελευταίος, έχει επικεντρωθεί κυρίως στη μελέτη της σχέσης της απελευθέρωσης των συναισθημάτων μέσω του γραψίματος με τη βελτίωση της ψυχοφυσιολογικής λειτουργίας του οργανισμού (Pennebaker, 2004).

Ένας από τους βασικούς στόχους της ψυχοθεραπείας είναι να βοηθήσει τα άτομα να κατανοούν καλύτερα τα προβλήματά τους και τις αντιδράσεις τους σ’ αυτά (Rogers, 1980). Η εκφραστική γραφή μπορεί να μας βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς όταν γράφουμε αποστασιοποιούμαστε από τις εμπειρίες μας και μπορούμε να τις δούμε με διαφορετική ματιά.

Είναι μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας ότι όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας θα έρθουμε αντιμέτωποι με μεγαλύτερα ή μικρότερα ζητήματα. Πολλές φορές τα προσπερνάμε γρήγορα και δε δίνουμε στον εαυτό μας τον απαραίτητο χρόνο για να τα επεξεργαστούμε, να δούμε τι επιπτώσεις έχουν σ’ εμάς και στους γύρω μας. Ένας απ’ τους λόγους που πιστεύεται ότι η εκφραστική γραφή είναι αποτελεσματική είναι γιατί λειτουργεί επανορθωτικά (Pennebaker & Chung). Αυτό μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμο για τα άτομα της τρίτης ηλικίας που συνηθίζουν να αναμασούν σκέψεις σχετικά με το παρελθόν.

Ο Ira Progoff αναφέρει χαρακτηριστικά για την εφαρμογή της μεθόδου του, που ονομάζεται «Intensive Journal», πως όταν τα άτομα βρίσκονται σε μια δύσκολη περίοδο και πονούν, δεν περιμένουν να βρουν μέσα τους τόση δύναμη, τρυφερότητα, ευαισθησία, ικανότητα για ενόραση και αρμονία. Όταν κάποιος δουλεύει με τη ζωή του εις βάθος ενεργοποιεί δυνάμεις που δεν γνώριζε ότι είχε. (Progoff, 1992).

Σύμφωνα με την ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέα Kathleen Adams υπάρχουν πολλοί λόγοι για να χρησιμοποιήσει κάποιος την εκφραστική γραφή:

– Για ν’ ανακαλύψει το συγγραφέα μέσα του/ της.
– Για να κρατά ένα αρχείο με τις αλλαγές στη ζωή του/της.
– Για να γνωρίσει διαφορετικά κομμάτια του εαυτού του/της.
– Για να έχει ένα πολύτιμο εργαλείο στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
– Για να βελτιώσει τις σχέσεις του/της.
– Για να έχει πρόσβαση στις συνειδητές και ασυνείδητες σκέψεις του/της.
– Για να επεξεργάζεται τα όνειρά του/της.
– Για ν’ αναπτύξει τη διαίσθησή του/ της.
– Για ν’ αυξήσει τη δημιουργικότητά του/της.
– Για να βελτιώσει την απόδοσή του στη δουλειά ή τις σπουδές.
– Για ν’ αναγνωρίζει του κύκλους και τα μοτίβα που επαναλαμβάνει στη ζωή του/της.
(Adams, 1990)

Το να γράφουμε είναι ένας τρόπος για να μιλάμε στον εαυτό μας και τελικά είναι μια πράξη – τι άλλο;- αγάπης προς εμάς (Grason, 2005).

Εκτός όλων των παραπάνω, το γράψιμο μπορεί να ωφελήσει πολύ τα ηλικιωμένα άτομα, καθώς διεγείρει τα κύτταρα του εγκεφάλου τους. Το να καταγράφει κάποιος τις σκέψεις και τις αναμνήσεις του μπορεί να είναι μια εξαιρετική άσκηση για τη μνήμη. Αναδύονται ιστορίες ξεχασμένες, εμπειρίες ζωής με τους φίλους, τον ή την σύντροφο, τα παιδιά, τα εγγόνια, τους συναδέλφους. Γράφοντας τις αναμνήσεις στο χαρτί μπορεί να τις διαβάζει ξανά και ξανά και μ’ αυτό τον τρόπο να βελτιώνει τη διάθεσή του και κυρίως να αισθάνεται ένα αίσθημα πληρότητας. Πόσο σημαντικό είναι το τελευταίο για κάποιον που βρίσκεται σε μια περίοδο απολογισμού της ζωής του!

Ερευνητικά δεδομένα
Το γράφει κανείς –περισσότερο ή λιγότερο συστηματικά- μπορεί να δώσει ένα νέο νόημα στη ζωή και στις εμπειρίες του. Σύμφωνα με αμερικανική επιστημονική έρευνα, το να έχει κάποιος ένα σταθερό σκοπό στη ζωή του, μπορεί να τον προστατεύσει από την άνοια και το Αλτσχάιμερ.

Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής την καθηγήτρια Πατρίτσια Μπόιλ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Ρας του Σικάγο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εκείνοι που αισθάνονται περισσότερο από τους άλλους ότι έχουν ένα σκοπό στη ζωή τους, είναι αυτοί που, ακόμα κι αν έχουν στον εγκέφαλό τους φυσικά σημάδια άνοιας και Αλτσχάιμερ, τα καταφέρνουν καλύτερα να μην επηρεάζονται αρνητικά από αυτά.
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τα τεστ που είχαν δοθεί σε περίπου 250 ηλικιωμένους, οι οποίοι αργότερα πέθαναν και οι εγκέφαλοί τους ελέγχθηκαν μέσω νεκροψίας για να διαπιστωθεί σε ποιο βαθμό ήταν προχωρημένη η άνοια. Οι ερευνητές είχαν ζητήσει στους εθελοντές να προσδιορίσουν κατά πόσο αισθάνονται ότι έχουν ένα σκοπό στη ζωή τους και αν βρίσκουν συγκεκριμένο νόημα σε αυτήν, καθώς το θεωρούν ως ένα δείκτη καλής ψυχικής υγείας και ικανοποίησης από τη ζωή.

Όπως διαπιστώθηκε, ακόμα και ανάμεσα σ’ εκείνους τους ηλικιωμένους που είχαν πολλά σημάδια άνοιας όσοι αισθάνονταν ότι είχαν ένα σκοπό, ήταν αυτοί που επηρεάζονταν λιγότερο αρνητικά από την πρόοδο της νευροεκφυλιστικής νόσου και τη σταδιακή έκπτωση των νοητικών λειτουργιών τους.

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, κατά μέσο όρο, τα άτομα που είχαν κάποιο σκοπό στη ζωή τους είχαν περίπου 30% βραδύτερη επιδείνωση των νοητικών λειτουργιών σε σχέση με όσους σε μικρό μόνο βαθμό θεωρούσαν ότι ζούσαν για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό.

Η εν λόγω έρευνα δημοσιεύτηκε στο ψυχιατρικό περιοδικό «Archives of General Psychiatry» του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου.

Τη θετική επίδραση που μπορεί να έχει το γράψιμο στους ηληκιωμένους, έρχεται να ενισχύσει έρευνα από Αμερικανούς επιστήμονες, η οποία είχε ως κύριο συμπέρασμα ότι οι νοητικές δραστηριότητες γενικώς, μπορούν να καθυστερήσουν την εμφάνιση άνοιας και Αλτσχάιμερ στα άτομα τρίτης ηλικίας.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Neurology» της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας και διεξήχθη από την ερευνητική ομάδα του Δρ. Ρόμπερτ Γουίλσον του Ιατρικού Κέντρου του πανεπιστημίου Ρας του Σικάγο.

Οι ερευνητές μελέτησαν επί 12 χρόνια περισσότερα από 1.150 άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, που ασχολούνταν με διάφορες νοητικές δραστηριότητες, όπως σταυρόλεξα, πάζλ, σκάκι, διάφορα χόμπι, ανάγνωση βιβλίων και άλλων εντύπων, παρακολούθηση τηλεόρασης ή ραδιοφώνου, επισκέψεις σε μουσεία κ.α.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι διάφορες νοητικές δραστηριότητες μπορούν να βελτιώσουν την ικανότητα του εγκεφάλου να διατηρεί τις φυσιολογικές λειτουργίες του, ακόμα κι όταν η πάθηση βρίσκεται υπό εξέλιξη, χωρίς ορατά συμπτώματα. Ο νους να μπορεί ν’ αντισταθμίσει, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, τις σημαντικές παθολογικές αλλαγές, όπως είναι η καταστροφή των νευρικών κυττάρων. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, όμως, από τη στιγμή που η πάθηση θα εκδηλωθεί φανερά αναπτύσσεται πλέον πιο γρήγορα, επειδή στην πραγματικότητα βρίσκεται ήδη σε πιο προχωρημένο στάδιο. Με τη νοητική δραστηριότητα, είχε απλώς «καμουφλαριστεί».

Το γράψιμο ανήκει στις νοητικές δραστηριότητες και διατηρεί τον εγκέφαλο σ’ εγρήγορση. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το γράψιμο ενισχύει την εργαζόμενη μνήμη, η οποία μας βοηθά να εκτελούμε περίπλοκες πράξεις. Αν ανησυχούμε για κάποια θέματα, πέφτει η λειτουργία της εργαζόμενης μνήμης. Η θεραπευτική γραφή απελευθερώνει αυτό το είδος της μνήμης, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να φέρουμε σε πέρας πιο περίπλοκα προβλήματα (Pennebaker, 2013).

Ένα ακόμη όφελος από τη γραπτή έκφραση, είναι η αποφόρτιση από αγχογόνες σκέψεις και η ελάττωση του στρες. Σύμφωνα με Αργεντίνους ερευνητές, ενώ το στρες από μόνο του δεν θεωρείται ικανό να προκαλέσει Αλτσχάιμερ, μπορεί όμως να επιταχύνει το είδος του εκφυλισμού των εγκεφαλικών κυττάρων που οδηγεί στα συμπτώματα της άνοιας.

Απ’ ό,τι προέκυψε από την έρευνα που διεξήχθη υπό την επίβλεψη του Δρ. Edgardo Reich, το 73% των ασθενών με Αλτσχάιμερ βρίσκονταν κάτω από έντονο ψυχολογικό στρες, συχνά εξαιτίας του θανάτου ενός συντρόφου ή παιδιού ή τους είχε συμβεί ένα περιστατικό βίας, όπως ένα τροχαίο ή μια επίθεση, όχι τόσο με σωματικές επιπτώσεις όσο με ψυχολογικές. Μόνο το 24% εκείνων που εντάχθηκαν στην ομάδα ελέγχου είχαν βιώσει παρόμοια περιστατικά.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, οι ηλικιωμένοι άνθρωποι που δεν έχουν πολλές ανησυχίες και στρες είναι ενδεχομένως καλύτερα προστατευμένοι απέναντι στην εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους που υφίστανται ψυχολογική πίεση. Αυτό είναι αρκετό για να δοθεί περισσότερη προσοχή στην ψυχική υγεία των ηλικιωμένων.

Η παραπάνω έρευνα παρουσιάστηκε στο 22ο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Νευρολογικής Εταιρίας στην Πράγα.
Η Ελληνίδα , Nευρολόγος – Ψυχίατρος, καθηγήτρια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νόσου Αλτσχάιμερ, Μάγδα Τσολάκη έχει δηλώσει: «Η καθημερινότητά μας έχει γίνει μια δύσκολη αρένα με πολύ μεγάλες προκλήσεις, τις οποίες καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Επειδή τα στρεσογόνα ερεθίσματα δεν μπορούμε συνήθως να τα ξεπεράσουμε όταν βρισκόμαστε σε μεγάλες ηλικίες, πρέπει να βρούμε τρόπους να μένουμε απαθείς για να διατηρήσουμε τον εγκέφαλό μας σε άριστη κατάσταση».

Η παραπάνω δήλωση έγινε στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου, με αφορμή τη διοργάνωση από το Πανελλήνιο Ινστιτούτο Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων, επιστημονικής διημερίδας, με θέμα: «Νομικά και Κοινωνικά Θέματα στην Άνοια», η οποία πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 2012 και δημοσιεύτηκε από το Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Το γράψιμο και η τρίτη ηλικία
Σε κάθε περίπτωση, οι οδηγίες των ειδικών είναι να μην απογοητευόμαστε και να προσπαθούμε να βρίσκουμε τρόπους να ξεπερνάμε τα δύσκολα. Ένας από αυτούς είναι και το γράψιμο. Αμέσως μετά από ένα τραυματικό γεγονός, τα πάντα μπορεί να φαίνονται εκτός ελέγχου και χωρίς καμία σύνδεση για το άτομο που έχει υποστεί το τραύμα. Ένας στόχος της θεραπευτικής γραφής είναι να βάλει κανείς μια σειρά σε όλα αυτά και να φτιάξει μια ιστορία η οποία θα δώσει νόημα σε ό,τι έγινε και στο πώς αυτό επηρέασε τη ζωή του ατόμου. Σε πρόσφατες έρευνες έχει βρεθεί πως οι άνθρωποι που ωφελούνται περισσότερο από την εκφραστική γραφή σταδιακά αρχίζουν να βλέπουν τα τραυματικά γεγονότα με διαφορετική ματιά. (Pennebaker, 2013).

Όταν κανείς μιλά ή γράφει για ένα τραυματικό γεγονός, η ψυχολογική του κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί. Για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί λιγότερη μυϊκή ένταση στο πρόσωπο και μειωμένη εφίδρωση στα χέρια. Αμέσως μετά από γράψιμο σχετικό με συναισθηματικά θέματα, οι άνθρωποι εμφανίζουν μικρότερη πίεση αίματος και επίπεδα του καρδιακού ρυθμού (Pennebaker, 2013).

Όσα άτομα δεσμεύονται να γράφουν, εκφράζοντας μ’ αυτό τον τρόπο τα συναισθήματά τους, αναφέρουν ότι αισθάνονται πιο χαρούμενοι και λιγότερο αρνητικοί απ’ ό,τι πριν. Ομοίως, αναφορές σχετικές με καταθλιπτικά συμπτώματα, αναμάσημα σκέψεων και γενικότερο άγχος τείνουν να ελαττώνονται μέσα σε εβδομάδες και μήνες έπειτα από το γράψιμο (Pennebaker, 2013).

Επιπρόσθετα, έχει βρεθεί ότι όσοι γράφουν για τις τραυματικές τους εμπειρίες ενισχύουν την κοινωνική τους ζωή. Μιλούν περισσότερο με άλλους, γελούν πιο εύκολα και πιο συχνά και χρησιμοποιούν λέξεις που συνδέονται με θετικά συναισθήματα. Η εκφραστική γραφή φαίνεται ότι τους κάνει να είναι πιο άνετοι κοινωνικά, να είναι καλύτεροι ακροατές, ομιλητές, και κατ’ επέκταση καλύτεροι φίλοι (Pennebaker, 2013).
Ακόμη, όσοι απέκτησαν τη συνήθεια να γράφουν για στρεσογόνα γεγονότα στη ζωή τους αναφέρουν καλύτερη ποιότητα ύπνου (Pennebaker, 2013). Σύμφωνα με τέσσερις επιστημονικές έρευνες, ο κακός ύπνος, τόσο σε διάρκεια όσο και σε ποιότητα, μπορεί να επιταχύνει τη φθορά του εγκεφάλου και να επισπεύσει την εμφάνιση της άνοιας και της νόσου Αλτσχάιμερ. Οι μελέτες δημοσιεύτηκαν από το Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Εταιρίας Αλτσχάιμερ στο Βανκούβερ του Καναδά.

Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, μπορεί μεν στις μέρες μας να έχει αυξηθεί ο μέσος όρος και η ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων, όμως οι τελευταίοι δεν παύουν να διέρχονται από μια ευαίσθητη περίοδο της ζωής τους, η οποία επιφέρει πολλές αλλαγές σε σωματικό και ψυχολογικό επίπεδο. Οι ψυχολογικές επιπτώσεις μπορεί να είναι από ελαφρές μέχρι πολύ σοβαρές. Μέσα στους διάφορους τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης των ψυχολογικών προβλημάτων που μπορεί να εμφανιστούν, είναι και η θεραπευτική γραφή, τα ευεργετικά αποτελέσματα της οποίας υποστηρίζονται από ποικίλες έρευνες. Όσοι ασχολούνται με τη φροντίδα ατόμων τρίτης ηλικίας θα πρέπει να την έχουν υπόψη τους και να την περιλαμβάνουν στη θεραπευτική φαρέτρα τους.

Ο Γάλλος ζωγράφος Jaques Braque στο βιβλίο του «Η Μέρα και η Νύχτα» γράφει: «Όταν έχεις φτάσει σε μια κάποια ηλικία, δεν σε κατέχει πια καμιά φροντίδα να αποδείξεις οτιδήποτε. Το ζήτημα δεν είναι πια να αποκτήσεις, αλλά να ολοκληρωθείς. Είσαι εξίσου διαθέσιμος, όσο όταν ήσουν είκοσι χρονών: είναι η στιγμή να κοιτάξεις ελεύθερα την φύση». Το γράψιμο μπορεί να πάρει υπαρξιακές διαστάσεις, να ελευθερώσει τον άνθρωπο και να δώσει ένα νέο νόημα στην ιστορία της ζωής του. Σε μια ιστορία που κανείς μας δεν μπορεί ν’ αλλάξει το παρελθόν, αλλά μπορεί να επιλέξει το τέλος.

Βιβλιογραφία:
Adams, K. (1990). Journal to the Self. New York: Grand Central Publishing.

Adams, K. (1999). Writing as therapy. Counseling & Human Development. Denver: Love Publishing.

Burch, M. (2012). The Four Methods of Journal Writing. Finding Yourself through Memoir. Cambridge: New Memoir Press.

Grason, S. (2005). Journalution: journaling to awaken your inner voice, heal your life, and manifest your dreams. 1st edition. Novato, California: New Wolrd Library.

Manthorpe. J. & Iliffe, S. (2010). Suicide in later life: public health and practitioner perspectives. Int J Geriatr Psychiatry; 25:1230-8.
Pennebaker, J. W., & Chung, C. K. (in press). Expressive writing and its links to mental and physical health. In H. S. Friedman (Ed.), Oxford handbook of health psychology. New York, NY: Oxford University Press.

Pennebaker, J.W.. (2004). Writing to heal: A guided journal for recovering from trauma and emotional upheaval. Oakland CA: New Harbinger Publications.

Pennebaker, J.W.. (2013). Writing to heal. Center for Journal Writing Publications.

Progoff, I. (1992). At a Journal Workshop. New York: Tarcher.

Rogers, C.R. (1980). A way of being. Boston: Houghton Mifflin.

Thane, P. (1978). Τhe muddled history of retiring at 60 and 65. New Society; 45(826):234-236.
Χριστοδούλου. Γ.Ν., Χαβάκη-Κονταξάκη Μ.Ι., Κονταξάκης Β.Π. (2000). Η κατάθλιψη στην τρίτη ηλικία. Στο: Χριστοδούλου Γ.Ν., Κονταξάκης Β.Π. (Επιμ.Εκδ.) «Η Τρίτη Ηλικία». Αθήνα, Ιατρ.Εκδ. Βήτα: 185-194.

Ηλεκτρονικές Πηγές:
http://www.medicalnewstoday.com/articles/246487.php
http://psychografimata.com/9280/to-noima-sti-zoi-prostatevi-apo-tin-ania/
http://psychografimata.com/298/stavrolexa-ke-diavasma-katapolemoun-ti-noso-altschaimer/
http://psychografimata.com/10246/to-stres-ke-i-anisichia-isos-epitachinoun-tin-exelixi-tou-altschaimer/
http://psychografimata.com/7896/to-agchos-odigi-stin-ania/
http://psychografimata.com/11208/o-kakos-ipnos-sindeete-me-tin-ania/

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here